Πριν από περίπου μία δεκαετία, το Ινστιτούτο Αμυντικών Αναλύσεων (ΙΑΑ) που ήταν η «δεξαμενή σκέψης» του υπουργείου Εθνικής Άμυνας και κατά καιρούς προσπάθησε και πέτυχε να κάνει καλή δουλειά με τα στελέχη του, παρά τη συνήθη φημολογία και σκανδαλολογία που το συνόδευε, φιλοξένησε μια κλειστή ενημέρωση – από τις πολλές που είχαν οργανωθεί κατά τα πρότυπα αντίστοιχων think tank του εξωτερικού – με καλεσμένο τον τότε πρεσβευτή του Ισραήλ στην Αθήνα.
Του Ζαχαρία Μίχα
(Διευθυντής Μελετών του Ινστιτούτου Αναλύσεων Ασφάλειας και Άμυνας, ΙΑΑΑ-ISDA)
(Διευθυντής Μελετών του Ινστιτούτου Αναλύσεων Ασφάλειας και Άμυνας, ΙΑΑΑ-ISDA)
Ο Ισραηλινός πρεσβευτής είχε ξεκινήσει την παρουσίασή του, με έναν τρόπο που έχει μείνει αξέχαστος σε όλους τους παριστάμενους. Έβαλε μια μαύρη τελεία πάνω στον χάρτη στο σημείο που βρίσκεται το κράτος του Ισραήλ και είπε στους παριστάμενους: «Αυτό το σημείο το ονομάζω ‘κέντρο του κόσμου’». Στη συνέχεια, σχηματίζοντας ομόκεντρους κύκλους προχώρησε στο να αναπτύξει τη στρατηγική στα θέματα ασφαλείας του κράτους που αντιπροσώπευε, αναφερόμενος σε απειλές, συμμαχίες, επιδιώξεις και άλλα πολλά, αρκούντως αποκαλυπτικά…
Το χαρακτηριστικό αυτό περιστατικό, ανακλήθηκε στη μνήμη ως αποτέλεσμα της παρατήρησης του τρόπου αντιμετώπισης του ζητήματος της κρίσης στην Ουκρανία στην Ελλάδα. Πλειοψηφία αποτελούν οι φιλικά διακείμενοι απέναντι στη Ρωσία, ορισμένοι μέχρι «παρεξηγήσεως». Άλλοι πάλι θυμούνται το διεθνές δίκαιο και τον – κατ’ αυτούς – καταπιεστικό χαρακτήρα και το στιλ διακυβέρνησης του Βλαντιμίρ Πούτιν, υποστηρίζοντας εμφανώς τους Ουκρανούς και υιοθετώντας με την ίδια ευκολία που η άλλη πλευρά έριχνε το ανάθεμα στη Δύση και – κυρίως – στους Αμερικανούς, την αντίθετη επιχειρηματολογία.
Η διαφορά είναι, ότι όλοι οι βασικοί εμπλεκόμενοι στην κρίση, αυτό που έπρατταν ήταν το να έχουν σαφή εικόνα όσων θεωρούν – ορθώς ή λανθασμένα – πως αποτελούν εθνικό τους συμφέρον και ανέπτυσσαν την πολιτική τους. Οι ΗΠΑ, η Βρετανία, η Γερμανία, η Κίνα, ακόμα και η Ευρωπαϊκή Ένωση το επιχείρησε να διακρίνει το «ευρωπαϊκό συμφέρον». Και το ερώτημα εγείρεται αβίαστα; Πόσοι στην Ελλάδα ανέλυσαν την κατάσταση που δημιουργείται με αυστηρό γνώμονα το ελληνικό εθνικό συμφέρον;
Η απάντηση είναι «κατά τα φαινόμενα πολύ λίγοι», από όσα τουλάχιστον μπορεί κανείς να συμπεράνει παρατηρώντας συστηματικά τα δημοσιεύματα πολλών μέσων ενημέρωσης, μηδέ των «μπλογκ» εξαιρουμένων, αφού τα τελευταία παίζουν ολοένα και σημαντικότερο ρόλο στη διαμόρφωση των απόψεων της κοινωνίας, κάτι που κρύβει σημαντικούς κινδύνους, αφού ο τρόπος γραφής είναι πολύ πιο «ελεύθερος» και απλουστευτικός, ενώ πίσω από αρκετά γραπτά, ο έμπειρος στα ελληνικά πράγματα παρατηρητής, διακρίνει ακόμα και διαφόρων ειδών ιδιοτέλεια.
Ας επιστρέψουμε όμως στις δυνητικές επιπτώσεις για την Ελλάδα από την εν εξελίξει κρίση στην Ουκρανία που έχει φέρει σε κατά μέτωπο αντιπαράθεση τους παλιούς αντιπάλους της εποχής του Ψυχρού Πολέμου. Ο σχολιασμός θα είναι εξαιρετικά περιορισμένος, αφού αποκλειστικός στόχος είναι να αποτυπωθούν μερικές εκ των ορθολογικών σκέψεων – απόψεων που έχουν διατυπωθεί, ώστε οι αναγνώστες του παρόντος σημειώματος να αναλογιστούν, εάν όντως αυτές οι απόψεις χάθηκαν κάπου μέσα στον τεράστιο όγκο πληροφοριών (εντός ή εκτός εισαγωγικών) ή έχουν συνειδητοποιηθεί από την κοινωνία.
Για λόγους διευκόλυνσης, ακολουθούν δύο κατηγορίες, αυτή των «θετικών» και αυτή των «αρνητικών» επιπτώσεων για την Ελλάδα, ξεκινώντας από την πρώτη κατηγορία:
>Η κρίση στην Ουκρανία αναδεικνύει πιο πιεστικά από ποτέ το πρόβλημα της ενεργειακής εξάρτησης της Ευρώπης από τη Ρωσία, άρα το κίνητρο άμεσης κατά το δυνατόν αξιοποίησης των κοιτασμάτων υδρογονανθράκων της Ανατολικής Μεσογείου μεγιστοποιείται.
>Η κρίση στην Ουκρανία και η ενίσχυση του ανταγωνισμού Ανατολής-Δύσης θα οδηγήσει σταδιακά σε μια πιο «πολιτική» και λιγότερο «λογιστική» αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης στην Ευρωζώνη, μια κατάσταση που θα μπορούσε να ωφελήσει την Ελλάδα.
Και περνάμε στις αρνητικές δυνητικές επιπτώσεις:
>Η θέση της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ θα μπορούσε να οδηγήσει σε ρωσικά «αντίμετρα» σε περίπτωση κλιμάκωσης, με ενδεχόμενη ακύρωση της αναδρομικής έκπτωσης στην τιμή του φυσικού αερίου που προσφάτως επετεύχθη, αλλά και τη σημαντική μείωση των εσόδων από την έλευση Ρώσων τουριστών στην Ελλάδα.
>Εάν η κρίση στην Ουκρανία εξελιχθεί σε έναν νέο Ψυχρό Πόλεμο, τότε, κατά τα πρότυπα που ίσχυσαν στο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα, θα οδηγήσει σε αύξηση της γεωπολιτικής σημασίας – αξίας της Τουρκίας, το οποίο θα επηρεάσει αρνητικά θέματα ελληνικού ενδιαφέροντος στον τομέα της ασφάλειας και της εξωτερικής πολιτικής γενικότερα.
>Η ενέργεια της Ρωσίας σε βάρος της Ουκρανίας, εάν «τυποποιηθεί» ως επέμβαση σε γειτονικό κράτος για την προστασία ρωσικών πληθυσμών, αποτελεί «αντίγραφο» όσων έκανε η Τουρκία το 1974 στην Κύπρο. Κατά συνέπεια, τυχόν ελληνική υποστήριξη στη Ρωσία, θα ενισχύσει την τουρκική επιχειρηματολογία.
Δεν χρειάζεται να γραφτεί κάτι περισσότερο, αν και ο σχολιασμός θα μπορούσε να περιλάβει πολλά. Κυρίως όμως, ότι οι ελληνικές επιλογές, κινήσεις και ενέργειες θα μπορούσαν είτε να ενισχύσουν τις θετικές διαστάσεις των προαναφερθέντων και να μειώσουν τον αρνητικό αντίκτυπο των υπολοίπων. Εκ των ων ουκ άνευ προϋπόθεση είναι το να διαθέτουμε ως κυρίαρχο δημοκρατικό κράτος, πολιτική.
Τούτων λεχθέντων, πόσο πιθανό φαίνεται να έχουμε πραγματοποιήσει ανάλυση της κατάστασης με υπόθεση εργασίας, ότι η Ελλάδα και η Κύπρος αποτελούν το «κέντρο του κόσμου», όπως προ δεκαετίας ο Ισραηλινός πρεσβευτής ενώπιον ελληνικού ακροατηρίου; Πόσο ξεκάθαρες είναι οι στοχεύσεις μας στο ταραγμένο σύγχρονο διεθνές περιβάλλον;
Για παράδειγμα: Στο Κυπριακό, ποια είναι η θέση της Αθήνας και της Λευκωσίας; Έχει απαντήσει η ελληνική πλευρά για το αν τη συμφέρει σε αυτή τη φάση να προχωρήσει κάποιο σχέδιο επίλυσης (εντός ή εκτός εισαγωγικών) του Κυπριακού; Ποιες οι παρενέργειες, θετικές ή αρνητικές από την κρίση στην Ουκρανία; Κατά πόσον η ελληνική πλευρά θα μπορούσε να ζητήσει την εφαρμογή και στην Κύπρο, των αρχών που επικαλούνται συμμαχικές χώρες αναφορικά με τη στάση της Ρωσίας απέναντι στην Ουκρανία;
Θα τολμούσαν να προτείνουν για παράδειγμα λύσεις που επιθυμούν να εφαρμόσουν στην Κύπρο και για την Κριμαία ή και ολόκληρη την Ουκρανία; Τι θα απαντούσαν άραγε ΗΠΑ και ΕΕ, εάν οι Ρώσοι π.χ. πρότειναν να αφήσουν την Κριμαία στην Ουκρανία με ένα μοντέλο… Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας;
Όσον αφορά τους υδρογονάνθρακες της Ανατολικής Μεσογείου: Ποια είναι η θέση της ελληνικής (ελλαδικής και κυπριακής) πλευράς; Ο απόλυτος έλεγχος της ενεργειακής τροφοδοσίας της Ευρώπης (ακόμα κι αν η Τουρκία αποκτούσε μερική πρόσβαση στη νομή των αποθεμάτων) σε συνεργασία με το Ισραήλ, ή υπάρχουν ισχυροί θύλακες που επιδιώκουν την πάση θυσία εμπλοκή και της Τουρκίας στη διαδικασία; Ποιος είναι ο βαθμός συμφωνίας ή διαφωνίας επ’ αυτού με το Ισραήλ;
Οι σκέψεις που θα μπορούσαν να γραφτούν σε αυτά τα ζητήματα είναι πολλές. Στόχος όμως του σημερινού σημειώματος ήταν αποκλειστικά το να αναδειχθεί η ανάγκη ελληνοκεντρικής σκέψης αναφορικά με την κρίση στην Ουκρανία και τις δυνητικές επιπτώσεις της στην Ελλάδα και την Κύπρο.
Αντί αυτού, η χώρα δίνει την εντύπωση ορισμένες φορές, ότι επιστρέφει ταχύτατα στον 19ο αιώνα, σε εποχές όπου κόμματα προσκολλημένα στη μία ή την άλλη δύναμη της εποχής, θα «έσωζαν» την Ελλάδα και δεν θα εξυπηρετούσαν στυγνά όσα θεωρούσαν ως εθνικά τους συμφέροντα.
Το ζητούμενο για τη χώρα είναι, να προσπαθήσει να «διαβάσει» όσο το δυνατόν καλύτερα τις επιδιώξεις κάθε πλευράς, να έχει ξεκάθαρους στόχους, δηλαδή τι ακριβώς επιδιώκει να πετύχει και στη συνέχεια να επιχειρήσει να αξιοποιήσει τη συγκυρία για μεγιστοποίηση των ωφελειών στην προώθηση των εθνικών συμφερόντων. Και όπως ισχύει για όλους, έτσι θα πρέπει να ισχύει και για την ελληνική πλευρά, ότι στη διεθνή πολιτική δεν υπάρχουν μόνιμοι φίλοι, παρά μόνον μόνιμα συμφέροντα…
Τα οποία εάν αποφασίσουμε να τα εξυπηρετήσουμε μέσω ενεργητικής διπλωματίας και συναφών με τα συμφέροντα αυτά πρωτοβουλιών, ίσως και να εκπλαγούμε από το πόσα πράγματα μπορεί να κάνει μια χώρα σαν την Ελλάδα, αποσπώντας χειροπιαστά ανταλλάγματα για κάθε μια από τις δικές της «εξυπηρετήσεις».
0 σχόλια