Τρίτη 8 Απριλίου 2014

Εμβολιασμοί: Οι «Μύθοι» της Ιατρικής Επιστήμης



Η Ομοιοπαθητική Ιατρική σαν ένα εναλλακτικό ιατρικό κίνημα που αποτελεί, διατηρεί αυξημένο τον προβληματισμό της πάνω σε όλα τα γεγονότα και τις πρακτικές που θεμελίωσαν και εξακολουθούν να υποστηρίζουν το οικοδόμημα της συμβατικής ιατρικής. Άλλωστε για λίγα πράγματα μπορεί πλέον να υπερηφανεύεται η «κλασσική» ιατρική και σίγουρα ένα από αυτά αποτελούν οι εμβολιασμοί.
Οι εμβολιασμοί που με τη μαζική εφαρμογή, κατορθώνοντας να «εξαφανίσουν» μερικές πολύ σοβαρές νόσους όπως η ευλογιά κ.λ.π. θεωρήθηκαν η κορωνίδα της καθεστηκυίας ιατρικής ως προς το προληπτικό μέρος της και η χρησιμότητα τους δεν αμφισβητήθηκε από κανένα, ενώ περιβλήθηκαν, κυρίως στην εφαρμογή τους στις υποανάπτυκτες – τριτοκοσμικές χώρες, με ένα σχεδόν ιεραποστολικό μανδύα.
Είναι όμως πράγματι έτσι; Πληθαίνουν πλέον οι φωνές που αμφισβητούν ή τουλάχιστον προσεγγίζουν κριτικά αυτή την πρακτική.
Η Ομοιοπαθητική Ιατρική διατηρεί έντονο το ενδιαφέρον της πάνω στο συγκεκριμένο ζήτημα και χωρίς να παραγνωρίζει σημαντικά, ίσως, θετικά γεγονότα που συνδέονται με την εφαρμογή τους, στέκεται επιφυλακτική απέναντι τους, αφού από τη μια αποτελούν ένα βίαιο, τεχνητό stress που εφαρμόζεται σχεδόν αδιάκριτα σε όλο τον πληθυσμό χωρίς να λαμβάνει υπόψη τις ιδιαιτερότητες του κάθε οργανισμού και από την άλλη πλευρά πληθαίνουν τα κρούσματα από τις βραχυπρόθεσμες ανεπιθύμητες ενέργειες τους, ενώ υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις για μακροπρόθεσμα καταστρεπτικές συνέπειες στο γενικό πληθυσμό, δηλ. γεγονότα που πολλές φορές θέτουν σε αμφιβολία την όποια χρησιμότητα τους.
Το θέμα σίγουρα είναι πολύπλοκο και δύσκολα κάποιος μπορεί να αποφύγει τον έντονο προβληματισμό προσεγγίζοντας το. Το περιοδικό μας συνεισφέρει σε αυτό τον προβληματισμό δημοσιεύοντας ένα άρθρο του Dr. Κ. Gaublomme που για χρόνια έχει ασχοληθεί με αυτό το πρόβλημα και είναι εκδότης του μοναδικού περιοδικού στον κόσμο που ασχολείται κριτικά με το ζήτημα των εμβολιασμών.
Σημειώνουμε τέλος ότι ένα μεγάλο μέρος του άρθρου αποτέλεσε την ομιλία του συγγραφέως στις εκδηλώσεις που διοργάνωσε το Κ.Ο.Ι. με θέμα «Οι «Μύθοι» της Ιατρικής Επιστήμης».
Χαίρομαι που έχω προσκληθεί για να μιλήσω εδώ σήμερα, για τους εμβολιασμούς. Πιστεύω πως η ανοσοποίηση είναι ένα τόσο καυτό ζήτημα, που ήταν θαρραλέο να την βάλετε στο πρόγραμμα σας. Όμως, θέλω να αποδείξω πως σωστά έκαναν οι οργανωτές, αφού υπάρχουν πολλά να λεχθούν για τους εμβολιασμούς, τα οποία σχεδόν δεν έχουν ειπωθεί ποτέ. Δεν πρόκειται για ένα θέμα, για το οποίο δεν χρειάζεται να μιλάμε, όπως έχει υποτεθεί.
Όσο περισσότερη εμπειρία αποκτώ για το θέμα αυτό, τόσο πείθομαι πως υπάρχει μία σκόπιμη άρνηση όλων των αντενδείξεων και λαθών που είναι εγγενή στην φιλοσοφία των εμβολιασμών. Όλος ο πυρήνας του θέματος είναι ότι αυτοί ακριβώς που προσποιούνται πως υπερασπίζονται την ορθόδοξη επιστήμη, έχουν έλλειψη επιστημονικής ακρίβειας και έτσι μετατρέπουν το θέμα των εμβολιασμών σ’ ένα θέμα σχεδόν θρησκευτικής πίστης και πολιτικού χειρισμού. Με στόχο να συνεχίζονται τα δόγματα του εμβολιασμού, προέκυψε η ανάγκη κυκλοφορίας μύθων, τόσο ιερών και βέβαιων, ώστε κανείς να μη τους συζητάει. Προφανώς όμως, ένας μύθος είναι ένας μύθος και δεν έχει να κάνει τίποτε με την πραγματικότητα και την επιστήμη.
Ο πρώτος μύθος που παρουσιάστηκε, είναι πως οι εμβολιασμοί είναι εξαιρετικά αποτελεσματικοί. Αυτό δεν είναι αλήθεια. Υπάρχει πλήθος στοιχείων που υποδεικνύουν πως σε ορισμένες περιπτώσεις οι εμβολιασμοί απέτυχαν να προστατέψουν. Βρέφη με εμβρυοπάθεια από ερυθρά, γεννήθηκαν από μητέρες που είχαν εμβολιαστεί στα χρόνια πριν τις εγκυμοσύνες τους. (*2,3,4.) Προφανώς μπορεί να υπάρξει λοίμωξη μετά τον εμβολιασμό κλινική ή υποκλινική. (*5,6,7,8,9.) Ακόμη φαίνεται πως ευνοείται η λοίμωξη όταν έχει προηγηθεί εμβολιασμός. (*5.)
Ορισμένες φορές δεν σχηματίζονται καθόλου αντισώματα (*9,10) ή σχηματίζονται σε ένα επίπεδο που είναι ανεπαρκές για να παρέχει προστασία. (*4.) Σε διαφορετικές περιπτώσεις, τα κρούσματα πολιομυελίτιδας, ευλογιάς, ιλαράς, αυξήθηκαν μετά από εκστρατείες εμβολιασμού. Στατιστικά δεν φαίνεται να υπάρχει επίδραση στην επιδημιολογική εξαφάνιση ασθενειών όπως ο κοκκύτης, η φυματίωση και η διφθερίτιδα. Το εμβόλιο BCG εναντίον της φυματίωσης είναι πλήρως αναποτελεσματικό (Ί2) και όμως εκατομμύρια δόσεων έχουν χορηγηθεί παρά την ύπαρξη της γνώσης αυτής.
Θύματα της ευλογιάς, του κοκκύτη, της πολιομυελίτιδας και άλλων επιδημικών ασθενειών είχαν εμβολιαστεί κατά των ασθενειών αυτών στο παρελθόν.
Ένας άλλος μύθος είναι πως οι εμβολιασμοί είναι γενικά ασφαλείς. Υπάρχει όμως μια μακριά λίστα παρενεργειών από εμβολιασμούς. Έχουν αναφερθεί υποτροπιάζουσες λοιμώξεις του αναπνευστικού συστήματος, ασθματική αναπνοή, δερματικά εξανθήματα, υπέρμετρη αϋπνία ή υπνηλία, διάρροια, έμετοι, παθήσεις του εγκεφάλου με επιληψία, παραλύσεις, νοητική καθυστέρηση, διαταραχές συμπεριφοράς, καθυστέρηση ανάπτυξης, καταπληξία, εκχυμώσεις, αναιμία, διαβήτης, θάνατος και SIDS, αλλεργίες, ρευματικές παθήσεις, συγγενείς ανωμαλίες, αυτοάνοσες διαταραχές, νευρίτιδες, μυοσίτιδες, αγγειακές φλεγμονές, εξελκώσεις, οφθαλμικές παθήσεις και διασπορά της φυματίωσης.
Ως ένα σημείο, οι παρενέργειες των εμβολιασμών είναι επίσημα παραδεκτές – αν και ευρέως υποτιμούνται. Ακόμη και έτσι όμως, μας λέγεται πως σε ευρεία κλίμακα οι εμβολιασμοί είναι ασφαλείς και δεν έχουν σχέση με χρόνιες παθήσεις. Και αυτό επίσης είναι ανακριβές. Ένα άρθρο που δημοσιεύτηκε το 1985 δηλώνει καθαρά πως «υπάρχουν στοιχεία συσχέτισης ανάμεσα σε αρνητικό ιστορικό ιλαράς, έκθεση σε μικρή ηλικία, και ανάπτυξη ασθενειών του ανοσοποιητικού συστήματος, ασθενειών των δερματικών σμηγματογόνων αδένων, εκφυλιστικών ασθενειών των οστών και των χόνδρων και συγκεκριμένων όγκων»(*ΐ.) Επίσης έχει ευρεθεί συσχέτιση ανάμεσα στην απουσία ιστορικού παρωτίτιδας και στον κίνδυνο για καρκίνο ωοθηκών στις γυναίκες. (*16,17.) Έχει συσχετιστεί ο εμβολιασμός με αυτοάνοσες νόσους, όπως ο ερυθηματώδης λύκος, η σκλήρυνση κατά πλάκας, η ρευματοειδής αρθρίτιδα, με αλλεργίες, με αρθρίτιδα από ερυθρά κ.α. Βλέπουμε λοιπόν πως η καταπίεση της οξείας νόσου συμβαδίζει με αυξημένο κίνδυνο χρόνιας βλάβης.
Ένας εγγενής κίνδυνος στους εμβολιασμούς κατά τη νεαρή ηλικία, είναι να μεταδοθούν ασθένειες σχετικά αβλαβείς στην ηλικία αυτή, σε ενήλικες ή σε νεογνά όπου ο κίνδυνος επιπλοκών είναι σημαντικά υψηλότερος.
Ένας άλλος κίνδυνος των εμβολιασμών με ζωντανούς ιούς, είναι ότι δημιουργούνται μεγάλοι αριθμοί φορέων, οι οποίοι διασπείρουν τους ιούς σε επιρρεπείς πληθυσμούς, όπως ηλικιωμένοι ή πολύ νεαρά άτομα ή ασθενείς με προβλήματα ανοσοποιητικής ανεπάρκειας.
Τα εμβόλια με συνδυασμούς ζωντανών ιών, έχουν τον κίνδυνο ανάπτυξης νέων ιών με συνδυασμένα στοιχεία από τους διάφορους ιούς που περιέχονται στο εμβόλιο, των οποίων νέων αυτών ιών η παθογόνος δύναμη κι η δύναμη καρκινογένεσης είναι τελείως άγνωστες. (Ί8.) Σχετικός μ’ αυτό είναι και ο κίνδυνος χρωμοσωματικής βλάβης, με επηρεασμό των γενετικών πληροφοριών και με την πιθανότητα να μεταβιβάσουμε προβλήματα στις επερχόμενες γενεές. Ένα άλλο επώδυνο θέμα είναι η συσχέτιση των εμβολιασμών με τις αυτοάνοσες νόσους. Η χορήγηση ξένων πρωτεϊνών στην νεαρή ηλικία πιστεύεται πως προκαλεί μια «σύγχυση» στο ανοσοποιητικό σύστημα του μωρού που βρίσκεται σε ανώριμη κατάσταση, ώστε αργότερα να έχει δυσκολίες να ξεχωρίσει τις δικές του από ξένες πρωτείνες.
Ένας τρίτος μύθος είναι πως η απουσία εμβολιασμών είναι η αιτία ξεσπάσματος επιδημιών. Υπάρχουν επαρκή στοιχεία πως αυτό είναι λάθος. Πρώτον, υπάρχει το γεγονός των επιδημιών σε έντονα εμβολιασμένους πληθυσμούς. Είναι γνωστό πως λίγες χώρες έχουν αναλάβει περισσότερο εντατικές εκστρατείες εμβολιασμών κατά της ιλαράς, από τις ΗΠΑ. Παρόλα αυτά, ο αριθμός των περιπτώσεων ιλαράς αυξάνεται χρόνο με το χρόνο, περιλαμβάνοντας όλο και περισσότερους ενήλικες και παιδιά. (Ί9.) Στην Ανατολική Γερμανία, ο εμβολιασμός κατά της ιλαράς ήταν υποχρεωτικός, όμως έχουν περιγραφεί επιδημίες προκαλώντας θανάτους σε ενηλίκους. Οι εκστρατείες εμβολιασμών στη Σουμάτρα κατά της ευλογιάς σταμάτησαν επειδή όσο περισσότερο εμβολιασμοί γινόταν, τόσο περισσότερες απώλειες αναφερόταν (*20.).
Έπειτα υπάρχει η απουσία λοίμωξης ή χαμηλής ισχύος λοίμωξη σε πληθυσμούς που δεν εμβολιάστηκαν ή εμβολιάστηκαν ασθενώς. Για παράδειγμα, στο νησί Μαδέρα η πολιομυελίτιδα ήταν άγνωστη έως ότου εισήχθησαν οι εμβολιασμοί. Τα πρώτα περιστατικά αναφέρθηκαν λίγα χρόνια μετά την εισαγωγή των εμβολιασμών. (*21.)
Ο τέταρτος μύθος είναι πως όλο το δόγμα των εμβολιασμών βασίζεται σε επιστημονικά δεδομένα. Βέβαια είναι αλήθεια πως της εισαγωγής ενός εμβολίου προηγείται έντονη έρευνα και χρήση υψηλής τεχνολογίας. Ας μη συγχέουμε όμως τις χρηματικές δαπάνες ή τον εντυπωσιασμό από την χρησιμοποιούμενη τεχνολογία με αυτό που εννοούμε «επιστημονικό». Σύμφωνα με την κατανόηση μου, η επιστήμη πρέπει να είναι ένα λογικό σύστημα, που μας επιτρέπει να εξηγούμε γιατί συμβαίνουν ορισμένα πράγματα, και να προβλέπουμε τι θα συμβεί σε ορισμένες περιστάσεις. Είναι όμως έτσι τα πράγματα με τους εμβολιασμούς;
Όχι δεν είναι. Πρώτα απ’ όλα επειδή το αντικείμενο που εξετάζουμε, το ανθρώπινο ανοσοποιητικό σύστημα είναι μόνο μερικά κατανοητό. Υπάρχει πλήθος μηχανισμών που δεν γνωρίζουμε ακόμα. Δεύτερο, επειδή οι μηχανισμοί που είναι ακόμα άγνωστοι, δεν είναι σεβαστοί, ούτε αντιμετωπίζονται με λογικό τρόπο.
Το πιο εμφανές σημείο εδώ, είναι η ανακάλυψη του συστήματος HLA. Αυτή η ανακάλυψη μας δίδαξε πως κάθε άτομο είναι μοναδικό και ανοσολογικά αρκετά διαφορετικό από το διπλανό του. Αυτό σημαίνει πως κάθε άτομο έχει ευαισθησία και σε ορισμένες ασθένειες, αλλά δεν έχει καθόλου ευαισθησία σε άλλες. Για παράδειγμα, ορισμένοι άνθρωποι έχουν επιρρέπεια να αναπτύξουν διαβήτη ή ρευματισμούς, ενώ άλλοι δεν πρόκειται ούτε να πάθουν κάτι τέτοιο. Τα προγράμματα εμβολιασμών όμως, αγνοούν τελείως αυτό το γεγονός. Προσποιούνται πως όλοι έχουν την ίδια ευαισθησία σε κάθε ασθένεια, και ενεργούν ανάλογα. Έτσι, εκατομμύρια άνθρωποι εμβολιάζονται για ασθένειες τις οποίες δεν θα πάθαιναν ποτέ. Είναι αυτό επιστημονικό; Υπάρχει λόγος να υπερασπιζόμαστε μια τέτοια πολιτική;
Το γεγονός πως οι εμβολιασμοί προκαλούν ανοσοκαταστολή, τουλάχιστο σ’ ένα ποσοστό περιπτώσεων, δεν έχει ποτέ ερευνηθεί επαρκώς. Γιατί αυτή η περίεργη έλλειψη ενδιαφέροντος από επιστήμονες που ασχολούνται με τέτοια θέματα καθημερινά; Είναι σαφές πως η ανοσοποίηση βλάπτει το ανοσοποιητικό σύστημα μέσω ενός αριθμού διαφορετικών τρόπων:
1. Θεωρείται πως ο εμβολιασμός βλάπτει τα αποθέματα του ανοσοποιητικού συστήματος, ειδικά κατά τη νεαρή ηλικία. Αυτό γίνεται με δεκαπλάσια ένταση, σε σχέση με τη φυσική νόσο.
2. Η έκθεση στους μικροοργανισμούς είναι αρκετά διαφορετική από τη φυσική νόσο. Υπάρχει μία ποσοτική διαφορά, καθώς εισάγονται μεγάλοι αριθμοί ιών, σε σχέση με τους μικρούς αριθμούς που συχνά προκαλούν ανοσία κατά τη φυσική μόλυνση χωρίς ίσως να προκαλούνται καθόλου συμπτώματα. Υπάρχει και μία ποιοτική διαφορά καθώς κατά την ενδομυϊκή ένεση του εμβολίου παρακάμπτεται ο πρώτος βιολογικός φραγμός, οι βλεννογόνοι του αναπνευστικού και του πεπτικού συστήματος, οι οποίοι παράγουν IgA και έτσι παίζουν πρωταρχικό ρόλο στην παραγωγή της φυσικής ανοσίας.
Τρίτο, υπάρχει διαφορά στο χρόνο. Τα εμβόλια χορηγούνται πολύ νωρίς στη ζωή, ακόμη και από τις πρώτες μέρες, ενώ κατά το διάστημα αυτό το ανοσοποιητικό σύστημα του βρέφους είναι ακόμη πολύ ανώριμο. Μετά τη γέννηση, το νεογνό ζει σε μια κατάσταση ανοσοκαταστολής, η οποία άρχισε κατά την εγκυμοσύνη του ώστε να καταστεί δυνατή η συνύπαρξη του με τη μητέρα. Όμως εμβόλια BCG χορηγούνταν κανονικά κατά την ηλικία αυτή. Το παιδί χρειάζεται να φτάσει στην ηλικία του ενός έτους για να αναπτύξει κανονικά επίπεδα IgM, και στην ηλικία των τεσσάρων ετών για πλήρη επίπεδα IgA. Όμως μέχρι τότε, το ανοσοποιητικό του σύστημα προκαλείται βίαια από εμβόλια αρκετές φορές.
3. Η καταστολή του ανοσοποιητικού συστήματος φαίνεται ακόμη από την αδυναμία απόκρισης σε «άγριους» ιούς ιλαράς μετά πρώιμο εμβολιασμό και επανάληψη του [κατά το πρώτο έτος της ζωής]. Από αλλαγές στην αντίδραση φυματίνης. Από την καταστολή του λόγου Τ4/Τ8 μετά από εμβόλια τετάνου. Και από την εμφάνιση νέων ασθενειών μετά τον εμβολιασμό εναντίον άλλων, π.χ. πολιομυελίτιδα ακολουθεί το εμβόλιο διφθερίτιδας-κοκκύτη, ή AIDS πυροδοτείται από εμβολιασμούς. ’τυπη ιλαρά ακολουθεί εμβολιασμό με νεκρούς ιούς. Ενας αριθμός αυτοάνοσων νόσων, είναι δυνατόν να προκαλούνται από εμβολιασμούς.
Οι επιστήμονες καταδιώκουν «παθογόνους» μικροοργανισμούς με μεγάλη οργή, σα να μη γνώριζαν ότι οι βιολογικές τρύπες που ανοίγουν, γεμίζουν αμέσως με μεταλλαγμένες μορφές των οργανισμών που μάχονται, όπως βλέπουμε στην ηπατίτιδα.
Ένα άλλο σημείο, είναι η βασική επιστημονική επιχειρηματολογία ως προς το δόγμα της ανοσοποίησης. Δεν βασίζεται το όλο σύστημα στην πεποίθηση -πεποίθηση, όχι γεγονός! – πως οι λοιμώδεις ασθένειες εξαρτώνται πλήρως από τον παθογόνο παράγοντα, τα βακτηρίδια, τους ιούς, τα μυκοπλάσματα και στην παραγνώριση του ρόλου του «εδάφους», δηλαδή της ισχύος του ανοσοποιητικού συστήματος του μολυνθέντος ατόμου; Αν πραγματικά το στοιχείο ήταν αμελητέο, θάπρεπε κάθε επαφή με τον παθογόνο παράγοντα να προκαλούσε νόσο, πράγμα που προφανώς δεν συμβαίνει.
Θεραπείες που στοχεύουν στην ενδυνάμωση του ανοσοποιητικού συστήματος, όπως η ομοιοπαθητική, θα ήταν τελείως χωρίς νόημα. Η καθημερινή μας εμπειρία αποδεικνύει το αντίθετο. Βλέπουμε λοιπόν πως ολόκληρη η φιλοσοφία των εμβολιασμών βασίζεται στις ιδέες του Παστέρ για την σημασία των βακτηριδίων στις λοιμώδεις νόσους, ιδέες που αντιπροσωπεύουν μια θεωρία και σίγουρα όχι όλη την αλήθεια ως προς την πραγματικότητα.
Ένας άλλος χειρισμός του θέματος είναι η ερμηνεία της εξέλιξης των επιδημιολογικών στοιχείων μετά τις εκστρατείες εμβολιασμού. Συνεχώς υποτίθεται πως οι εκστρατείες αυτές είναι υπεύθυνες για την πτώση της θνησιμότητας και της νοσηρότητας από αυτές τις ασθένειες. Όπως όμως έχει αποδείξει ο Dr. Buchwald (11), τα πράγματα είναι διαφορετικά. Συνήθως, σημαντική πτώση της θνησιμότητας είχε εγκατασταθεί πολύ πριν τη χρήση εμβολίων.
Η αποτελεσματικότητα ενός εμβολίου, εκφράζεται πάντα με όρους επιπέδου αντισωμάτων που είναι ικανό να προκαλέσει, φυσικά τα αντισώματα μπορούν να μας πουν κάτι για την χημική ανοσία, αλλά τίποτε για την κυτταρική ανοσία. Η εμπειρία δείχνει πως σε πολλές περιπτώσεις υπάρχει μικρή συσχέτιση ανάμεσα στο επίπεδο αντισωμάτων και την πραγματική ανοσία. Τα αντισώματα που δημιουργούνται από τα εμβόλια, εμφανώς μειώνονται κατά τη διάρκεια του χρόνου για να αυξηθούν ξανά μετά από περιστασιακή επαφή με «άγριους» ιούς (*22). Αυτό σημαίνει πως αν τα προγράμματα εμβολιασμού επετύγχαναν να εκμηδενίσουν τον «άγριο» ιό, θα έπεφτε η αποτελεσματικότητα του εμβολιασμού και με το χρόνο θα χρειαζόταν επαναληπτικές δόσεις. Αυτό είναι κάτι που έχουμε ήδη παρατηρήσει στην παρωτίτιδα και την ιλαρά.
Επαναληπτικές δόσεις εμβολίου ερυθράς, είναι κοινά γνωστό, πως είναι λιγότερο αποτελεσματικές αν ο πρώτος εμβολιασμός έγινε σε νεαρή ηλικία (*23). Όμως, αυτός ο πρώιμος εμβολιασμός είναι μέρος των προγραμμάτων εμβολιασμού σ’ όλο τον κόσμο.
Παρόλα αυτά, ο τελικός στόχος των προγραμμάτων εμβολιασμού – η εξαφάνιση της ασθένειας – είναι απίθανος. Όχι μόνο δεν έχει επιτευχθεί ως τώρα (η ευλογιά έχει εξαφανισθεί από μέτρα καραντίνας και όχι από τους εμβολιασμούς!) αλλά μαθηματικά μοντέλα αποδεικνύουν πως είναι πολύ απίθανο να επιτευχθεί ποτέ.
Ένας τελευταίος μύθος είναι πως δεν υπάρχει εναλλακτική λύση στον εμβολιασμό. Ο σκοπός του εμβολιασμού είναι να προλάβει την ασθένεια. Αν αναλύσουμε προσεκτικά το αποτέλεσμα του εμβολιασμού, μακροπρόθεσμα ή μεσοπρόθεσμα, βλέπουμε πως είναι ένα ερώτημα το κατά πόσο είναι αυτή η καλύτερη τεχνική.
Η φυσική μόλυνση, όχι μόνο προκαλεί υψηλότερο επίπεδο αντισωμάτων στο αίμα, αλλά και εμφανώς τα αντισώματα αυτά διαρκούν περισσότερο. Δεν επηρεάζεται δυσμενώς σε χρόνια βάση το ανοσοποιητικό σύστημα από την φυσική πάθηση, πράγμα που αρκετά συχνά συμβαίνει μετά τον εμβολιασμό. Οι παιδικές ασθένειες φαίνεται να είναι προστατευτικές έναντι χρονιών παθήσεων μεγαλύτερων ηλικιών. Έτσι, ως προς τις εξανθηματικές ασθένειες, η πιο προφανής και λογική εναλλακτική λύση, είναι απλώς να περάσει κανείς την φυσική ασθένεια.
Ο κίνδυνος επιπλοκών από τέτοιες παθήσεις μειώνεται πολύ με τα κατάλληλα μέτρα, όπως συμπληρώματα βιταμινών (Ί3, 4, 15) και φυσικά με τη γενική φροντίδα για τις συνθήκες υγιεινής όπως επαρκής τροφή, καθαρό νερό και πρέπουσες συνθήκες κατοικίας (14).
Η κατάσταση είναι διαφορετική για άλλες λοιμώδεις ασθένειες, όπως η πολιομυελίτιδα, ο κοκκύτης ή η φυματίωση, όπου η ασθένεια δεν μπορεί να θεωρηθεί επωφελής για τον ασθενή. Εδώ πρώτα απ’ όλα πρέπει να αποφύγουμε την ασθένεια με τα γενικά μέτρα που περιγράψαμε πιο πάνω. Έπειτα πρέπει να αποφύγουμε δυσμενείς επιδράσεις στο ανοσοποιητικό σύστημα, π.χ. μειώνοντας την συνταγογράφηση φαρμάκων που το καταστέλλουν, όπως τα αντιβιοτικά, η κορτιζόνη, τα εμβόλια. Τρίτον πρέπει να αποκαταστήσουμε τις ανοσολογικές ικανότητες του οργανισμού με θεραπείες που περιλαμβάνουν το σύστημα αυτό. Θα ήθελα ν’ αναφέρω την ομοιοπαθητική, σαν ένα κύριο τρόπο για να γίνει αυτό.
Συμπέρασμα: Αν ξεσκεπάσουμε αυτές τις πέντε δηλώσεις σαν μύθους, το μόνο μας συμπέρασμα μπορεί να είναι πως οι οπαδοί των εμβολιασμών εν γνώσει τους και σκόπιμα διατηρούν την παραίσθηση της αναγκαιότητας και της ωφέλειας των εμβολιασμών. Το κάνουν αυτό παραβλέποντας την επιστημονική γνώση, αμελώντας επιπλέον κριτικές μελέτες, χειριζόμενοι την κοινή γνώμη και συμμαχώντας με τα υπεύθυνα κέντρα αποφάσεων. Η στάση αυτή είναι σκόπιμη και έτσι εγκληματική αμέλεια προς την δημόσια υγεία, για χάρη της διάσωσης του γοήτρου ενός συγκεκριμένου τρόπου ιατρικής σκέψης και για χάρη του οικονομικού κέρδους των φαρμακευτικών βιομηχανιών. Την στάση αυτή δεν μπορούμε να ανεχόμαστε πλέον. Γνωρίζουμε τι συμβαίνει και είναι ευθύνη μας να το γνωστοποιήσουμε στον κόσμο και να το σταματήσουμε.
Kris Gaublomme M.D.
Από το περιοδικό «Ομοιοπαθητική Ιατρική» τεύχος 6
Τι να κάνεις; Υπάρχει η παθολόγος – παιδίατρος Αλεξάνδρα Γριβα Ευθυμιάδου, στην Θεσσαλονίκη που υπογράφει να μην κάνει εμβόλιο το παιδί και το αποδέχονται όλοι, ενώ οι ιατρικοί σύλλογοι, δεν μπορούν να της κάνουν τίποτα, εξ αιτίας του σκεπτικού της ! τηλ2310228738. Διάβασε και άρθρο της σχετικά με την σωστή διατροφή σου.
***
Παραπομπές για μελέτη;
***
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
(*1) RONNE, Τ. Measles Virus Infection without rash in childhood is related to disease in adult life. The Lancet, 1985; 1:1-5
(*2) BOOT, L.M. Congenital Rubella after successful vaccination. Med. J. Aust 1982; J: 514-5
(*4) ENDERS, G.; NICKERL, U.; Rdtelnimpfung: Antikdrperersistanz fiir 14-17 Jahre und Immunstatus von Frauen ohne und mit Impfanamese. Immun.Infekt. 1988;16:58-64
(*5) O’SHEA, S.; PARSONS, G.; BEST, J.M.; BANATVALA, J.E.; BALFOUR, H.H. How well do low levels of rubella antibody protect? Lancet II, 1981,1284
(*7) MORGAN-CAPNER, P.; BURGESS, C; IRELAND, R.M.; SHARP, J.C.; Clinically apparent rubella reinfection with a detectable rubella-specific IgM response, BMJ, 1983, 286: 1616
(*8) KALOKERINOS, Α.; DETTMAN, G. Does rubella vaccine protect? Australasian Nurses Journal, 1978/5: 1-4
(*9) JUST, M.; JUST, V.; BERGER, R.; BURKHARDT, F.; SCHILT, U.; Duration of Immunity After Rubella Vaccination: A Long-Term Study in Switzerland Rev. Inf. Dies. 1985; 7-supp 1: S91-4
(*10) MENSER, M.A.; FOREST, J.M.S.; MJ Aust, 1975; June 21: 74-5
(*11) BUCHWALD, G. Impfen schutzt nicht! Impfen ntitzt nicht! Impfen schadet! Deutsches Journal fur Homdopathie 1/89; 47-87
(*12) Trial of BCG vaccines in south India for tuberculosis prevention: first report, Bulltein of the WHO 1979; 57/5: 819-27
(13) BARCLAY, A.J.C.; FOSTER, Α.; SOMMER, A. Vitamin A supplements and mortality related to measles: a randomised clinical trial BMJ 1987; 294: 294-6
(14) CHAN, M.: Vitamin A and measles in Third World Children; BMJ 1990; 301:1230-1
(15) McGOWAN, L; PARENT, L; LEDNAR, W.; NORRIS, H.J.; The Woman at Risk for Developing Ovarian Cancer, Gynecologic oncology, 1979;7:325-44
(17) WEST, R.O.; Epidemiologic study of malignancies of the ovaries; Cancer 1966; 19:1001-7
(18) DELARUE, S.; Ou nous menent les vaccinations a virus?
(19) GUSTAFSON, T.L. e.a.; Measles outbreak in a fully immunized secondary-school popoluation; New Engl. J. Med., 1987; 316/13:771-4 (*20) DIEHL, E.W.; Die Medizinische Welt, 1969; 17: 101 (*21) RENTCHNICK; Medecine et Hygiene, 1972; 1021
Load disqus comments

0 σχόλια